Αναζητώντας χαμένους θησαυρούς και τους τολμηρούς αναζητητές τους!
1. [Μηνάς Παπαγεωργίου:] Αγαπητέ κ. Μπαϊμπάκη, είστε ο διαχειριστής του coinsmania.gr. Μιλήστε μας κατ' αρχάς για το ιστορικό της προσπάθειας αυτής.
[Γιάννης Μπαϊμπάκης:] Πριν εφτά - οχτώ χρόνια περίπου, όταν ακόμη έκανα τα πρώτα μου βήματα στο διαδίκτυο και παρακολουθώντας κάποια news groups με διάφορα θέματα ενδιαφέροντος, αποφάσισα και έγραψα ένα άρθρο σχετικά με την κυκλοφορία του νομίσματος στον Ελλαδικό χώρο. Τότε επικοινώνησε κάποιος μαζί μου και μου ζήτησε να γράφω ανάλογα άρθρα τα οποία θα προσέθετε στην ιστοσελίδα του. Στην αρχή του απάντησα θετικά και μάλιστα είχα ενθουσιαστεί μια και θα μου δινόταν η ευκαιρία να συμβάλω στην γνώση ενός θέματος που γνώριζα αρκετά καλά. Βλέπετε ασχολούμαι με την συλλογή νομισμάτων από τα παιδικά μου χρόνια και όλο αυτό το διάστημα είχα μελετήσει πολύ γύρω από το νόμισμα. Η εργασία μου εκείνη την εποχή ήταν τέτοια που είχα αρκετό χρόνο στην διάθεση μου και έτσι σκέφτηκα: «γιατί να γράφω άρθρα για λογαριασμό άλλου και να μην δημιουργήσω την δική μου ιστοσελίδα;». Το θέμα ήταν πως δεν γνώριζα απολύτως τίποτε γύρω από την κατασκευή ιστοσελίδων. Έπειτα από πολύ κόπο και ψάξιμο κατάφερα και έφτιαξα μια πολύ απλή ιστοσελίδα χρησιμοποιώντας το word. Έτσι στις 20 Νοεμβρίου του 2000 γεννήθηκε το coinsmania.
Ήθελα η ιστοσελίδα μου να γίνει όμορφη, λειτουργική και κυρίως μοναδική για τα Ελληνικά δεδομένα. Έμαθα να εργάζομαι με προγράμματα κατασκευής ιστοσελίδων, προγράμματα επεξεργασίας εικόνας και δημιουργίας γραφικών, ασχολήθηκα με προγραμματισμό και τέλος με κατασκευή δυναμικών ιστοσελίδων. Ότι έμαθα και ότι κατόρθωσα το έμαθα και το κατόρθωσα μόνος μου. Τα πρώτα τρία χρόνια η ιστοσελίδα μου ήταν κάτω από sub domain, δηλαδή ήταν στημένη σε server που παρείχαν δωρεάν χώρο φιλοξενίας και διεύθυνση που ως δεύτερο συνθετικό είχε το domain της εταιρείας που παρείχε την δωρεάν φιλοξενία. Το 2003 πήρα δικό μου χώρο και domain name το οποίο φυσικά ήταν το coinsmania.gr. Εκείνη την περίοδο (2003) το coinsmania από μια στατική ιστοσελίδα γίνεται μια δυναμική πύλη. Δούλευα τότε ένα σύστημα βασισμένο σε perl (γλώσσα προγραμματισμού) το οποίο ήταν πολύ λειτουργικό και ασφαλές αλλά υπήρχε κάποιο πρόβλημα στο φόρουμ που μου κόστιζε σε χαμένα άρθρα αρκετά συχνά. Έτσι πήρα την απόφαση και στις αρχές του 2007 το αντικατέστησα με ένα σύστημα βασισμένο στην php (γλώσσα προγραμματισμού), το οποίο δουλεύω μέχρι σήμερα.
Μέχρι το 2003 το coinsmania είχε ως αντικείμενο, αποκλειστικά και μόνο, την κυκλοφορία του νομίσματος στον ελλαδικό χώρο από την αρχαιότητα έως τις μέρες μας. Τότε δημιούργησα μια νέα θεματική ενότητα στην οποία προσέθεσα διάφορες ιστορίες για χαμένους θησαυρούς όπως μου τις είχαν διηγηθεί διάφορα άτομα και τις είχα καταγράψει από καθαρά λαογραφικό ενδιαφέρον. Με έκπληξη διαπίστωσα πως υπήρξε ανταπόκριση από πολύ κόσμο. Συνεχώς εγγράφονταν νέα μέλη και όλοι ενδιαφέρονταν για θέματα χαμένων θησαυρών. Πολύ σύντομα το coinsmania από νομισματική σελίδα, έγινε ιστοσελίδα για κυνηγούς θησαυρών. Το θέμα δεν με άφηνε αδιάφορο μια που ανέκαθεν με συνάρπαζαν οι ιστορίες που άκουγα. Μάλιστα είχα ακολουθήσει πολλές φορές διάφορους χρυσοθήρες στο βουνό από καθαρή περιέργεια, κυρίως ως παιδί.
Η εξέλιξη των συζητήσεων στο coinsmania ήταν τέτοια που πήρα την μεγάλη απόφαση να ασχοληθώ συστηματικά με το θέμα, να εμβαθύνω σε αυτό και να γράψω ένα βιβλίο. Έπειτα από δύο χρόνια, καθημερινής και συστηματικής έρευνας, κατέθεσα στο ευρύ κοινό τον Μάρτη του 2005 το πρώτο μου βιβλίο με τίτλο «Χαμένοι Θησαυροί στην Ελλάδα», από τις εκδόσεις Αρχέτυπο. Η έρευνα συνεχίστηκε για δύο ακόμη χρόνια με πολλές δυσκολίες αυτή την φορά. Χρειάστηκε να ταξιδέψω και να έρθω σε επαφή με πάρα πολύ κόσμο. Έκανα καλούς φίλους αλλά και πολλούς εχθρούς. Βλέπετε άρχισα να αγγίζω θέματα ταμπού. Η γνώση της ύπαρξης σημαδιών και των ερμηνειών τους καθώς και οδοιπορικών κειμένων που οδηγούν σε θησαυρούς ήταν για τους λίγους και εγώ τα μελέτησα και αποφάσισα να τα δημοσιοποιήσω. Κάποιοι άρχισαν φιλικά να με προειδοποιούν για την σωματική μου ακεραιότητα και κάποιοι άλλοι να με απειλούν στα ίσια. Όλες αυτές οι απειλές δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα και έτσι το Φεβρουάριο του 2007 κυκλοφορεί το δεύτερο βιβλίο μου που φέρει τον τίτλο «Κρυμμένοι Θησαυροί στην Ελλάδα και στα Βαλκάνια» - «Κώδικες, Σύμβολα και ’γνωστες Διαδρομές», και πάλι από τις εκδόσεις Αρχέτυπο. Ενδιάμεσα, τον Ιούλιο του 2006, συμμετείχα σε ένα συλλογικό έργο των εκδόσεων Αρχέτυπο με τίτλο «Μυθικοί Θησαυροί», όπου έγραψα ένα κεφάλαιο σχετικό με τον χρυσό των ναζί.
Η απόφαση μου λοιπόν να κάνω μια ιστοσελίδα, κυρίως για να περνώ τον ελεύθερο χρόνο μου γράφοντας για πράγματα που με ενδιαφέρουν, έφερε όλα αυτά που σας προανέφερα.
2. [Μ. Π.:] Οι χαμένοι θησαυροί αποτελούσαν πάντα ένα θέμα που γοήτευε τους ανθρώπους. Θα μπορούσατε να μας αναφέρετε εν συντομία τους σημαντικότερους που έχουν ανακαλυφτεί πάνω στον πλανήτη;
[Γ. Μ.:] Θα σας αναφέρω δύο μόνο περιπτώσεις για να πάρετε μια εικόνα.
Το Σεπτέμβριο του 1622 βυθίστηκε από τυφώνα κοντά στις ακτές της Φλώριδας η ισπανική γαλέρα Νουέστρα Σενιόρα ντε Ατόκα. Στην γαλέρα υπήρχαν γύρω στα 260 άτομα επιβάτες και προσωπικό από τα οποία διασώθηκαν μόνο τα πέντε. Το Ατόκα ανήκε σε έναν στόλο 28 πλοίων, τον στόλο μεταφοράς θησαυρών, που ταξίδευαν κάθε χρόνο στη Καραϊβική μεταφέροντας εμπορεύματα χρήσιμα στους Ισπανούς αποίκους του νέου κόσμου. Κατά την επιστροφή τους στην Ισπανία είχαν τα αμπάρια τους φορτωμένα με μεγάλες ποσότητες χρυσού, αργύρου και πολύτιμων λίθων που εξορύσσονταν από τα διάφορα ορυχεία. Το Ατόκα είχε φορτωθεί με 161 ράβδους χρυσού, 901 ράβδους αργύρου, σμαράγδια και χιλιάδες νομίσματα. Επίσης πολλοί από τους επιβάτες του ήταν πλούσιοι έμποροι και αξιωματούχοι που μετέφεραν μαζί τους πολύτιμα αντικείμενα, πολύτιμους λίθους και χρυσό. Ένας θησαυροθήρας ονόματι Μελ Φίσερ αναζητούσε το ναυάγιο του Ατόκα επί 16 χρόνια βασιζόμενος στις μαρτυρίες που είχαν διασωθεί για αυτό. Στις 20 Ιουλίου του 1985 ανακάλυψε με την ομάδα του ορισμένες ράβδους αργύρου. Προέρχονταν από την Ισπανική γαλέρα. Το φορτίο του πλοίου είχε διασκορπιστεί στο βυθό σε μια απόσταση 11 χιλιομέτρων. Έπειτα από πολλές περιπέτειες και κόπο ανέσυραν τα πολύτιμα αντικείμενα και όλοι είπαν πως άξιζε τον κόπο μια και η αξία τους έφτανε τα 400.000.000 δολάρια.
Το 1882 βυθίστηκε στον Βισκαϊκό Κόλπο, έπειτα από σύγκρουση, το βρετανικό εμπορικό πλοίο Douro. Το φορτίο που μετέφερε ήταν χρυσός και πολύτιμοι λίθοι. Από τότε έγιναν πολλές προσπάθειες για τον εντοπισμό και την ανέλκυση του αλλά χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Το 1995, εντελώς τυχαία, ένα αλιευτικό πλοίο ανέβασε με τα δίχτυα του ένα μεταλλικό πιάτο που έφερε ανάγλυφη παράσταση φιδιού και το λογότυπο του πλοίου. Το Douro είχε ανακαλυφθεί. Τα πολύτιμα αντικείμενα και τα χρυσά νομίσματα που ανελκύστηκαν πωλήθηκαν τον Νοέμβριο του 1996 σε δημοπρασία στο Λονδίνο για 1,5 εκατομμύρια λίρες Αγγλίας.
3. [Μ. Π.:] Ποια είναι τα είδη των θησαυρών που μπορεί να αναζητήσει κάποιος; Αναφέρετε παράλληλα και το βαθμό δυσκολίας εύρεσής τους.
[Γ. Μ.:] Στην χώρα μας θα μπορούσε να αναζητήσει κανείς θησαυρούς της Ελληνικής και ρωμαϊκής αρχαιότητας (κτερίσματα, διάφορα αντικείμενα, έργα τέχνης, κ.α.), των διαφόρων κατακτητών (φράγκων, βενετών, κ.α.), πειρατικούς, θησαυρούς τούρκων και κομιτατζήδων, θησαυρούς που αποκρύφτηκαν την περίοδο της κατοχής και του εμφυλίου, καθώς και χρυσές λίρες που κρύφτηκαν μετά τον εμφύλιο για την επιχείρηση «κόκκινη προβιά». Τέλος διάφοροι θησαυροί ιδιωτών που έκρυψαν τα χρήματα και τα πολύτιμα αντικείμενα τους για ασφάλεια, αλλά δεν κατόρθωσαν ποτέ να τα πάρουν πίσω λόγω κάποιου αιφνίδιου γεγονότος, όπως ο θάνατος.
Κάθε Έλληνας θησαυροθήρας που σέβεται τον εαυτό του, την χώρα του και έχει ήθος, δεν επιχειρεί να εντοπίσει θησαυρούς της αρχαιότητας. Δυστυχώς αυτοί είναι και οι πιο εύκολοι να εντοπιστούν μια και είναι γνωστές οι αρχαιολογικές τοποθεσίες. Όταν βρεθεί ένας τάφος είναι εύκολο να εντοπιστούν και οι άλλοι που βρίσκονται εκεί κοντά. Οι θησαυροί αυτοί λεηλατούνται από αρχαιοκάπηλους οι οποίοι παράλληλα συνήθως ασχολούνται και με άλλες εγκληματικές δραστηριότητες όπως τα ναρκωτικά, το εμπόριο όπλων και το εμπόριο λευκής σαρκός και είναι επικίνδυνοι άνθρωποι. Δυστυχώς και κάποιοι θησαυροθήρες, απογοητευμένοι από την αναζήτηση σύγχρονων θησαυρών, στρέφονται στην αρχαιοκαπηλία. Συνήθως είναι οι ίδιοι που δεν διστάζουν να γκρεμίσουν έναν ιερό χώρο, να καταστρέψουν βραχογραφίες (θεωρώντας πως οδηγούν σε θησαυρούς και φοβούμενοι μην τους πάρει κάποιος άλλος την δουλειά αν τις εντοπίσει) και ιστορικά μνημεία, στην προσπάθεια τους να εντοπίσουν τον θησαυρό που είναι πεπεισμένοι ότι υπάρχει εκεί.
Ο εντοπισμός θησαυρών από την περίοδο της τουρκοκρατίας δεν είναι εύκολη υπόθεση μια και οι Τούρκοι αξιωματούχοι έκρυβαν τα διάφορα λάφυρά τους με την προοπτική όταν ανακαταλάβουν τα ελληνικά εδάφη να επιστρέψουν και να τα πάρουν. Και είχαν αρκετό χρόνο να κάνουν τις αποκρύψεις τους οργανωμένα. Χρησιμοποιούσαν σπηλιές ή κατασκεύαζαν δικές τους κρύπτες όπου έκρυβαν τους θησαυρούς τους. Συνήθως στις σπηλιές έφραζαν τις εισόδους. Έφτιαχναν χάρτες και μάρκαραν την ευρύτερη περιοχή της απόκρυψης με σημάδια, τα οποία σκάλιζαν κυρίως σε βράχους, ώστε να μπορέσουν να εντοπίσουν την κρύπτη του θησαυρού όσα χρόνια και αν περνούσαν. Την ίδια τακτική εφάρμοζαν και οι κομιτατζήδες, οι οποίοι επίσης είχαν χρόνο να οργανώσουν τις αποκρύψεις τους.
Οι πειρατικοί θησαυροί είναι επίσης πολύ δύσκολο να βρεθούν. Οι πειρατές χρησιμοποιούσαν διάφορες κρύπτες στην στεριά, κοντά σε μέρη όπου έπιαναν αραξοβόλι, καθώς και σε μέρη απότομα και επικίνδυνα στα οποία δεν υπήρχε πρόσβαση από την στεριά παρά μόνο από την θάλασσα. Ακόμη έκρυβαν την λεία τους και σε διάφορα ξερονήσια. Ντοκουμέντα που να αναφέρονται σε πειρατικές αποκρύψεις μας είναι γνωστά ελάχιστα και έτσι δεν έχουμε σαφή εικόνα όλων των περιοχών που επέλεγαν για τις αποκρύψεις τους. Συνήθως όσοι ψάχνουν για πειρατικούς θησαυρούς τους αναζητούν σε περιοχές όπου έπιαναν οι πειρατές αραξοβόλι. Είναι μέρη που μπορεί να εντοπίσει ο καθένας σχετικά εύκολα μιας και αναφέρονται στην βιβλιογραφία. Οι έρευνες περιορίζονται στην ευρύτερη περιοχή αυτών των τοποθεσιών, όμως οι μεγάλες αποκρύψεις είναι στα δυσπρόσιτα σημεία τα οποία, εκτός των άλλων, δεν μας είναι γνωστά.
Την περίοδο της κατοχής υπήρχαν Έλληνες αξιωματικοί οι οποίοι είχαν εκπαιδευτεί στην μέση ανατολή από τους ’γγλους σε τεχνικές απόκρυψης. Αυτοί με την σειρά τους εκπαίδευσαν και άλλους Έλληνες αξιωματικούς σε ειδικά σχολεία που γίνονταν για τον λόγο αυτό. Αυτοί οι αξιωματικοί, οι επιμελητές, είχαν λοιπόν τις γνώσεις να οργανώνουν και να δημιουργούν κρύπτες, να φτιάχνουν κωδικοποιημένους χάρτες και κείμενα και να μαρκάρουν την περιοχή με διάφορα κωδικά σύμβολα και να παγιδεύουν τις αποκρύψεις τους. Οι περισσότερες κρύπτες αφορούσαν πολεμικό εξοπλισμό και είδη διαβίωσης. Υπήρχαν όμως και αυτές που περιείχαν χρυσές λίρες Αγγλίας. Οι αντάρτες σκάλιζαν τα σημάδια τους σε δέντρα με μια ειδική τεχνική που δεν επέτρεπε στον φλοιό του δέντρου να αναπτυχθεί και πάλι και να κρύψει το σημάδι. Σπανιότερα τα χάραζαν και σε βράχια αλλά μόνο στην περίπτωση που είχαν χρησιμοποιήσει για τις αποκρύψεις τους κάποια σπηλιά. Οι ίδιες τακτικές εφαρμόστηκαν και στο εμφύλιο από τους αντάρτες του ΔΣΕ οι οποίοι μετέφεραν τα περισσότερα χρήματα σε νέες κρύπτες συγκεντρωτικά, άρα είχαμε πολύ μεγάλες χρηματικές αποκρύψεις, και χρησιμοποίησαν τα ίδια σημάδια στα οποία όμως είχαν δώσει για ασφάλεια διαφορετικές ερμηνείες.
Οι αποκρύψεις που έγιναν κατά την διάρκεια της κατοχής και του εμφυλίου ήταν οργανωμένες και οι κρύπτες ήταν σε βαθιά και δυσπρόσιτα σημεία. Είναι από τις πλέον δύσκολες να εντοπιστούν. Όσες λίρες έχουν βρεθεί και προέρχονται από το αντάρτικο ήταν αυτές που κρύφτηκαν σχετικά πρόχειρα και σε μικρά βάθη για διαφόρους λόγους όπως, μια έκτακτη κατάσταση μετά το πέρας της οποίας δεν έμεινε κανείς ζωντανός για να τις πάρει, προσωπικές αποκρύψεις για κέρδος από μεμονωμένα άτομα, και μικρές χρηματικές αποκρύψεις των επιμελητών που τις έκαναν ώστε αν χρειάζονταν κάποια χρήματα να μην άνοιγαν τις κεντρικές αποθήκες. Οι μεγάλες αποκρύψεις με τις τεράστιες ποσότητες λιρών δεν έχουν εντοπιστεί ακόμη από κανέναν.
Μετά την λήξη του εμφυλίου οι περισσότερες κρύπτες δεν άρθηκαν μια και οι αριστεροί πίστευαν ότι μια μέρα θα πάρουν και πάλι τα πράγματα στα χέρια τους και ήθελαν τα χρήματα ώστε να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν σε ένα τρίτο αντάρτικο. Από την άλλη πλευρά υπογράφεται στις 25/03/1955 στην Ελλάδα η συμφωνία για την εφαρμογή της επιχείρησης «κόκκινη προβιά». Η συμφωνία προέβλεπε την συνεργασία των ελληνικών δυνάμεων καταδρομών και παρακρατικών ομάδων, με την CIA. Επίσης προέβλεπε την στρατολόγηση 2200 αντρών από τον τοπικό πληθυσμό (εθελοντών), βορείως του Αλιάκμονα και μια εφεδρική δύναμη 1500 αντρών, στην κεντρική και νότια Ελλάδα. Με την συνεργασία πρακτόρων της CIA, δημιουργήθηκαν σε όλη την Ελλάδα 160 κρύπτες μυστικού πολέμου οι οποίες περιείχαν εκρηκτικά, κυνηγετικά όπλα και όπλα ρωσικής κατασκευής (για λόγους προπαγάνδας), ειδικούς ασυρμάτους καθώς και υλικά δολιοφθοράς και ψυχολογικού πολέμου. Τέλος φτιάχτηκαν και 827 κρύπτες ανορθόδοξου πολέμου οι οποίες περιείχαν όπλα, στολές και εφόδια για κανονικό ανταρτοπόλεμο, καθώς και χρυσές λίρες. Οι δυτικοί πίστευαν ότι οι Ρώσοι μπορούσαν να καταλάβουν ανά πάσα στιγμή την Ευρώπη. Έτσι καταστρώσανε ένα σχέδιο για την δημιουργία δικτύων που θα αναλάμβαναν να οργανώσουν τον ανταρτοπόλεμο αν αυτό το σενάριο γινόταν πραγματικότητα. Τα δίκτυα αυτά εγκαταστάθηκαν σε δέκα χώρες (Βέλγιο, Ολλανδία, Γαλλία, Ιταλία, Ελβετία, Αυστρία, Δυτική Γερμανία, Σουηδία, Ελλάδα και Τουρκία). Η επιχείρηση είχε και διαφορετικό όνομα από χώρα σε χώρα. Για την Ιταλία ονομαζόταν για παράδειγμα «Gladio» (σπαθί), ενώ για την Ελλάδα «κόκκινη προβιά». Οι χρυσές λίρες που κρύφτηκαν ήταν τόσες πολλές που υπήρξε έλλειψη χρυσών νομισμάτων την δεκαετία του 50 στην Ευρώπη. Από το 1986, που το θέμα αποκαλύφθηκε, το ελληνικό κράτος προχώρησε στην άρση των κρυπτών η οποία ολοκληρώθηκε το 1990. Επίσημα δεν υπάρχουν πλέον, με την διαφορά ότι δεν αναφέρθηκε πουθενά η εύρεση χρυσών λιρών. Οι κρύπτες αυτές φαίνεται πως δεν άρθηκαν ποτέ και τα χρήματα περιμένουν τους επίδοξους χρυσοθήρες να τα ανακαλύψουν. Οι δυσκολίες για τον εντοπισμό τους είναι τεράστιες μια που δεν υπάρχουν στοιχειά για αυτές και οργανώθηκαν με στρατιωτικά πρότυπα.
4. [Μ. Π.:] Μέσα από τις ταινίες του Χόλυγουντ, έχουμε συνηθίσει τους κυνηγούς θησαυρών να είναι άνθρωποι άπληστοι και κακόβουλοι! Φαντάζομαι όμως πως στην πραγματικότητα τα πράγματα θα είναι αρκετά διαφορετικά. Υπάρχουν οργανωμένες κοινότητες κυνηγών θησαυρών σε διεθνές επίπεδο;
[Γ. Μ.:] Κυνηγούς θησαυρών συναντούμε από κάθε κοινωνική διαστρωμάτωση. Υπάρχουν χομπίστες που περνούν ευχάριστα την ώρα τους, πονηροί που με τα πόδια απλωμένα στην καρέκλα του καφενείου κάνουν όνειρα πώς να πιάσουν την καλή, επιστήμονες και επιχειρηματίες, καθώς και κάθε καρυδιάς καρύδι. Μέσα σε αυτούς υπάρχουν άνθρωποι που είναι και άπληστοι και κακόβουλοι. Σε γενικές γραμμές η «κοινωνία» των θησαυροκυνηγών αποτελεί μια μικρογραφία της πραγματικής κοινωνίας στην οποία ζούμε όλοι μας.
Σε διεθνές επίπεδο οι περισσότεροι θησαυροθήρες είναι οργανωμένοι σε συλλόγους που τους παρέχουν διάφορες υπηρεσίες. Έτσι μπορούν να έχουν νομική υποστήριξη, να αγοράζουν ανιχνευτές μετάλλων σε πιο προσιτές τιμές μια και οι σύλλογοι στους οποίους ανήκουν έχουν πετύχει προσφορές για τα μέλη τους, κάνουν οργανωμένες εξορμήσεις για έρευνα και πολλά άλλα. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει τίποτε από όλα αυτά. Οι θησαυροθήρες θεωρούνται ύποπτοι, η νομοθεσία είναι αυστηρότατη και δεν υπάρχει κανένας σύλλογος, μέχρι αυτή την στιγμή, στον οποίον να ανήκουν και να τους εκπροσωπεί. Όπως φαίνεται ο μόνος κοινός τόπος επαφής τους σε πανελλήνιο επίπεδο είναι το coinsmania.gr.
Πολλές φορές μου πρότειναν να προχωρήσω στην δημιουργία συλλόγου όμως λίγοι ήταν αυτοί που ήταν διατεθειμένοι να τρέξουν μαζί μου για τα διαδικαστικά και ακόμη λιγότεροι αυτοί που δεν θα είχαν αντίρρηση να συνδράμουν οικονομικά για την δημιουργία του συλλόγου. Οι περισσότεροι ήθελαν τα πάντα, αλλά να τα βρουν έτοιμα, ανέξοδα και κυρίως για να έχουν νομική βοήθεια από τυχόν μπλεξίματα με το νόμο. Υπάρχουν νέα παιδιά, αλλά και παλαιότεροι, με ήθος και αρχές, όμως οι πιο πολλοί ανήκουν ακόμη στην κατηγορία των κακώς εννοούμενων θησαυροθήρων, αυτών που είναι υπεύθυνοι για το κακό όνομα που έχει ο χώρος (σε πολλές περιπτώσεις όχι άδικα). Θεώρησα λοιπόν ανώριμες ακόμη τις συνθήκες και έτσι δεν προχώρησα σε κάτι περισσότερο.
5. [Μ. Π.:] Μπορείτε να μας αναφέρετε κάποια ιδιαίτερα στοιχεία της νομοθεσίας σχετικά με την εύρεση ενός θησαυρού; Ποιες γενικές γνώσεις θα πρέπει να έχει ένας αρχάριος που κάνει τώρα τα πρώτα του βήματα;
[Γ. Μ.:] Το εμπράγματο δίκαιο για την κτήση θησαυρού αναφέρει: «Εκείνος που βρήκε και πήρε στη νομή του κινητό πράγμα αξίας, κρυμμένο μέσα σε άλλο πράγμα, κινητό ή ακίνητο, τόσο καιρό ώστε να μην μπορεί να εξακριβωθεί ο κύριός του (θησαυρός) γίνεται κύριος του μισού θησαυρού. Ο άλλος μισός ανήκει στον κύριο του πράγματος όπου ήταν κρυμμένος ο θησαυρός». Έτσι λοιπόν αν το έδαφος μέσα στο οποίο βρεθεί ένας θησαυρός ανήκει στο Ελληνικό δημόσιο το κράτος παίρνει το 50%.
Ένας νέος κυνηγός θησαυρών θα πρέπει να βασίζεται σε κάποια αξιόπιστη πληροφορία και να αποφεύγει την έρευνα στην τύχη γιατί θα απογοητευθεί πολύ γρήγορα. Οι ιστορίες που κυκλοφορούν ευρέως στους κύκλους των θησαυροθήρων στερούνται αξιοπιστίας και θα πρέπει να τις αντιμετωπίζει με επιφύλαξη. Θα πρέπει να γνωρίζει πως χρειάζεται να κάνει κάθε φορά έρευνα για εύρεση και συγκέντρωση στοιχείων όπως ντοκουμέντα, χάρτες και μαρτυρίες και να κάνει ιστορική και γεωγραφική ταυτοποίηση των περιοχών ενδιαφέροντος και έλεγχο αυτών (αν δεν ανήκουν σε κάποιον ιδιώτη, οπότε θα χρειαστεί την άδεια του). Όταν πειστεί για την ύπαρξη του θησαυρού και αποφασίσει να προχωρήσει σε εκσκαφή για να τον άρει θα πρέπει πρώτα να ζητήσει έκδοση αδείας από το κράτος (κτηματική υπηρεσία του δημοσίου) αλλιώς θεωρείται παράνομος.
6. [Μ. Π.:] Οι σύγχρονοι κυνηγοί θησαυρών βοηθούνται σε ένα πολύ μεγάλο ποσοστό και από την τεχνολογία. Μπορείτε να μας ενημερώσετε για τις δυνατότητες που έχουν τα νέα εξελιγμένα μηχανήματα σε ένα κυνήγι θησαυρού;
[Γ. Μ.:] Οι ανιχνευτές χωρίζονται σε διάφορες κατηγορίες ανάλογα με την μέθοδο ανίχνευσης που χρησιμοποιούν. Οι βασικότερες είναι η μέθοδος ανίχνευσης beat frequency oscillator (BFO), η μέθοδος ανίχνευσης με επαγωγική αντιστάθμιση, induction balance (IB) και η μέθοδος ανίχνευσης επαγωγικού παλμού, pulse induction (PI). Δεν θα προχωρήσω σε ανάλυση αυτών των μεθόδων ανίχνευσης γιατί θα ξεφύγω από τις ανάγκες της συνέντευξης, όμως σε γενικές γραμμές στην πρώτη κατηγορία ανήκουν τα φτηνά μηχανήματα που δίνουν μικρό βάθος ανίχνευσης, στην δεύτερη τα κάπως πιο αξιόπιστα και ακριβότερα, με λίγο μεγαλύτερο βάθος ανίχνευσης και στην τελευταία ανήκουν πιο ακριβά μηχανήματα (τα λεγόμενα παλμικά) που ανάλογα με την χρήση τους και το μέγεθος του προς ανίχνευση αντικειμένου μπορούν να φτάσουν σε βάθος 2 έως 5 μέτρων. Υπάρχουν ακόμη και οι λεγόμενοι κυβωτιοεντοπιστές. Χρησιμοποιούν την μέθοδο ανίχνευσης πομπού και δέκτη και αποτελούνται από ξεχωριστές μονάδες για την εκπομπή και τη λήψη. Το μικρότερο δυνατό αντικείμενο που μπορεί να ανιχνεύσει ένα τέτοιο μηχάνημα πρέπει να έχει μέγεθος 8 εκατοστών. Το ιδανικό βάθος ανίχνευσης για τα μηχανήματα αυτά, είναι το αντίστοιχο της απόστασης του πομπού από το δέκτη.
Τέλος υπάρχουν διάφορα γεωφυσικά συστήματα αναζήτησης τα οποία ανάλογα με τον τύπο τους βασίζονται σε διαφορετικές αρχές εντοπισμού (μέτρηση αντίστασης του υπεδάφους, κ.α.). Τα μηχανήματα αυτά είναι πανάκριβα και απαιτούν εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία για την χρήση τους. Όλοι οι ανιχνευτές εντοπίζουν ευγενή μέταλλα, αλλά επηρεάζονται και από διάφορους παράγοντες όπως πετρώματα, συνθήκες περιβάλλοντος, κ.λπ., και συνεπώς κάνουν πολύ συχνά λάθη. Επίσης τα σκουπίδια που βρίσκονται στα ελληνικά βουνά (κουτάκια αναψυκτικών, ασημόχαρτα, παλιοσίδερα, κ.α.) δυσκολεύουν απίστευτα τα πράγματα μια που το κάθε μηχάνημα χτυπά στο πρώτο μέταλλο που θα συναντήσει. Ακόμη και αν είναι σιδηρούχο, ο ερευνητής θα θεωρήσει πως ο χρυσός είναι μέσα σε ένα τενεκέ και έτσι θα σκάψει να τον βγάλει. Μόλις διαπιστώσει ότι έβγαλε ένα σκουπίδι θα κάνει και πάλι ανίχνευση του σημείου και αν το μηχάνημα δώσει ένδειξη και πάλι θα επαναλάβει την διαδικασία. Στο τέλος κατάκοπος και απογοητευμένος θα επιστρέψει σπίτι του. Πόσες πιθανότητες έχει να βρει χρυσό αντί για σκουπίδια; Απειροελάχιστες.
Όλα αυτά που προανέφερα καθώς και η μικρή περιοχή κάλυψης των ανιχνευτών οδηγούν τους ερευνητές που θέλουν να σαρώσουν γρήγορα και εύκολα μια μεγάλη περιοχή σε ραβδοσκοπικές μεθόδους εντοπισμού, φυσικές ή ηλεκτρονικά υποβοηθούμενες. Αυτές οι μέθοδοι λειτουργούν και όλοι θα σου πουν: «κρύψε μου μια λίρα να στην βρω». Και την βρίσκουν οι περισσότεροι. Όμως ο χρυσός που είναι θαμμένος χρόνια στην γη δημιουργεί γύρω του ένα τεράστιο ηλεκτρομαγνητικό πεδίο το οποίο ευθύνεται για τις μεγάλες αποκλίσεις εντοπισμού. Επιπλέον πολλά πετρώματα απαντούν στην συχνότητα που βάζουν οι ραβδοσκόποι για εντοπισμό χρυσού και το κυριότερο οι καιρικές συνθήκες επηρεάζουν ιδιαίτερα τον εντοπισμό (για παράδειγμα αν υπάρχει χαμηλό βαρομετρικό δεν εντοπίζεται τίποτε). Ακόμη και ο ίδιος ο ραβδοσκόπος αν είναι κακοδιάθετος επηρεάζει αρνητικά τον εντοπισμό.
Όσα προανέφερα μας οδηγούν μοιραία στο συμπέρασμα πως οι διάφοροι μέθοδοι εντοπισμού και οι ανιχνευτές μετάλλων δεν αποτελούν πανάκεια αλλά απλά και μόνο ένα βοηθητικό εργαλείο για τον ερευνητή. Η πληροφορία, η διασταύρωση στοιχείων, η ύπαρξη ντοκουμέντων και τα σημάδια που εντοπίζει κανείς σε έναν χώρο ενδιαφέροντος είναι πολύ σημαντικότερα ακόμη και από την κατοχή του καλλίτερου και ακριβότερου ανιχνευτή.
Aπό την παρουσίαση του πρώτου βιβλίου του Γ. Μπαϊμπάκη "Χαμένοι θησαυροί στην Ελλάδα" στο τότε βιβλιοπωλείο των εκδόσεων Αρχέτυπο στην Αθήνα, στις 08/04/2005.
7. [Μ. Π.:] Στην Ελλάδα πως είναι τα πράγματα από άποψη νομοθεσίας και οργάνωσης; Μιλήστε μας λίγο για την κατάσταση που επικρατεί. Υπάρχει κόσμος που ενδιαφέρεται για χαμένους θησαυρούς και αν ναι, τους αναζητεί ακολουθώντας τα σωστά μονοπάτια;
[Γ. Μ.:] Η νομοθεσία στην Ελλάδα είναι ιδιαίτερα αυστηρή. Οι βασικοί νόμοι που αναφέρονται σε θέματα χρήσης ανιχνευτών μετάλλων και έρευνας για εντοπισμό θησαυρών είναι ο 2557/1997 που αναφέρει στο άρθρο 9 ότι: «η χρήση ανιχνευτών μετάλλου ή άλλων οργάνων διασκόπησης προς διερεύνηση του υπεδάφους ή ακινήτων μνημείων δεν επιτρέπεται χωρίς την άδεια της αρχαιολογικής υπηρεσίας», ο νέος αρχαιολογικός νόμος 3028/2002 και η απόφαση για την κατοχή και χρήση ανιχνευτών μετάλλων και λοιπών οργάνων διασκόπησης του υπεδάφους, του βυθού ή του πυθμένα που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα της κυβερνήσεως με αριθμό φύλου 1124/2003. Σε γενικές γραμμές ο κάτοχος ανιχνευτή θα πρέπει να ενημερώνεται κατά την αγορά του μηχανήματος του πως η χρήση του επιτρέπεται μόνο σε συγκεκριμένη περιοχή κατόπιν αδείας της αρχαιολογικής υπηρεσίας και ότι είναι υποχρεωμένος να συμπληρώσει μια φόρμα με τα στοιχεία του ανιχνευτή και τα δικά του και να την αποστείλει στο υπουργείο πολιτισμού ώστε να κατέχει τον ανιχνευτή νόμιμα (όχι να ψάχνει με αυτόν, απλά να τον κατέχει).
Η αίτηση για έκδοση αδείας για έρευνα και εκσκαφή πολλές φορές καθυστερεί αρκετά να εγκριθεί (και αν γίνει αυτό). Επίσης συχνά ζητούν από τον ενδιαφερόμενο κάποια εγγυητική επιστολή για την περίπτωση που προκληθεί ζημιά σε περιουσία του δημοσίου (καταστροφή πλατείας, δρόμου, κ.λπ.) και δεν αποκατασταθεί. Τέλος θα πρέπει να πληρώσει ο ενδιαφερόμενος τους εργάτες και τα σκαπτικά μηχανήματα που ίσως χρειαστεί να χρησιμοποιήσει για τον εντοπισμό του θησαυρού. Οι άδειες δεν είναι αιώνιες, έχουν διάρκεια 2 -3 ημερών συνήθως και πρέπει μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα να έχει κανείς αποτελέσματα αλλιώς θα πρέπει να προχωρήσει σε ανανέωση της αδείας του. Όλα αυτά που για πολλούς σημαίνουν μεγάλη φασαρία και έξοδα (η ίδια η αίτηση για άδεια δεν κοστίζει τίποτε), το γεγονός ότι θα μοιραστούν ότι βρουν με το κράτος και η αμφιβολία για την ύπαρξη ή μη του θησαυρού στο συγκεκριμένο χώρο, οδηγεί τους περισσότερους θησαυροθήρες να σκάβουν παράνομα. ’δεια ζητούν μόνο αν το σημείο που τους ενδιαφέρει είναι τέτοιο που θα γίνουν σίγουρα αντιληπτοί. Βέβαια υπάρχουν και οι εξαιρέσεις, αλλά κατά κανόνα ισχύει ότι σας προανέφερα.
Πιστεύω ότι ο νόμος θα πρέπει να γίνει ελαστικότερος. Θα μπορούσαν να οριστούν περιοχές χωρίς ιδιαίτερο αρχαιολογικό ενδιαφέρον και εκεί να μπορεί κάποιος να ερευνά ελεύθερα. Αν πάλι κατά την διάρκεια της έρευνας του εντοπίσει μια αρχαιότητα να μπορεί να την παραδώσει χωρίς κυρώσεις και να αποζημιωθεί κανονικά. Για την έρευνα σε αυτές τις περιοχές θα μπορούσε το κράτος να εκδίδει μία ετήσια άδεια, υπό προϋποθέσεις πάντοτε, κάτι σαν την άδεια που έχουν οι κυνηγοί. Επίσης θα μπορούσαν να επιτρέψουν την έρευνα στις παραλίες. Στο εξωτερικό αυτό το χόμπι γνωρίζει άνθηση. Στην αμμουδιά βρίσκει κανείς κέρματα, αλυσίδες, δαχτυλίδια, πράγματα χαμένα από τους λουόμενους που έτσι κι αλλιώς δεν θα τα έβρισκαν ποτέ. Με αυτό τον τρόπο οι θησαυροθήρες θα κινούνται σε ορισμένους από το κράτος χώρους, θα είναι πλέον επώνυμοι και δεν θα ρισκάρουν να πάνε σε περιοχές απαγορευμένες για τις οποίες ο νόμος θα γίνει ακόμη πιο αυστηρός.
8. [Μ. Π.:] Ποιοι είναι οι σημαντικότεροι θησαυροί που αναζητούνται ακόμα στη χώρα μας και ποια τα στοιχεία που υπάρχουν για αυτούς;
[Γ. Μ.:] Οι σημαντικότεροι ή μάλλον οι πιο γνωστοί από αυτούς, είναι οι θησαυροί που αποδίδονται στον αγωνιστή Νικοτσάρα, στον βούλγαρο κομιτατζή Βαλτσάν και στον πειρατή γάντζο ή σούσουρα. Ο πειρατής καταγόταν από την Σαμοθράκη. Το πρώτο παρατσούκλι το πήρε εξαιτίας του γάντζου που είχε στη θέση του κομμένου αριστερού χεριού του. Το δεύτερο παρατσούκλι του το έδωσαν εξαιτίας της ακατάσχετης φλυαρίας που τον χαρακτήριζε. Οι τούρκοι βίασαν και σκότωσαν την μητέρα του. Ορκίστηκε να εκδικηθεί και έτσι έγινε πειρατής. Περιοχή δράσης του ήταν το Βόρειο Αιγαίο. Είχε γίνει ο φόβος και ο τρόμος των Τούρκων και τους είχε προξενήσει μεγάλες απώλειες. Όπως αναφέρω και στο πρώτο βιβλίο μου: «Σε κάποια ναυμαχία με τους Τούρκους, μεταξύ Σαμοθράκης και Θάσου ο Γάντζος σκοτώθηκε. Το ημερολόγιο του καραβιού είχε προλάβει να το δώσει σε κάποιον καλόγερο του Αγίου Όρους, τον οποίο είχε πνευματικό πατέρα. Μέσα στο ημερολόγιο ανέφερε τις θέσεις που είχε κρύψει τους θησαυρούς του, οι οποίες βρίσκονται στη Σαμοθράκη, στη Μαρώνεια, στη Σητεία, στη Σκιάθο και σε κάποια ξερονήσια του βορείου Αιγαίου. Οι αναφορές μιλάνε για χιλιάδες χρυσά νομίσματα, κοσμήματα, πολύτιμα σκεύη και πολύτιμες πέτρες.
Κάπου στη Μαρμαρίτσα της Μαρώνειας, ξεκινάει μια σπηλιά που καταλήγει στη θάλασσα κοντά στην περιοχή Σύναξη και ονομάζεται πειρατολίμανο ή φρεγαδοκρύπτη. Αν και η κατάληξη του σπηλαίου είναι γνωστή, δεν ισχύει το ίδιο για την είσοδό του. Λένε ότι την είχε φράξει ο Γάντζος και όποιος την βρει, θα εντοπίσει και τους θησαυρούς που υπάρχουν κρυμμένοι εκεί. Βεβαίως και σ' αυτή την ιστορία υπάρχουν φήμες για δαίμονες και στοιχειά. Έτσι όποιος φτάσει στο θησαυρό θα πρέπει να αντιμετωπίσει ένα χρυσό στοιχειωμένο φίδι που τα λέπια του είναι από φλουριά και τα μάτια του από σμαράγδια που λάμπουν στο σκοτάδι».
Αντίγραφο του ημερολογίου του σούσουρα (δεν γνωρίζουμε αν είναι αυθεντικό ή απάτη) κυκλοφορεί σε κάποιους κύκλους θησαυροκυνηγών και βάση αυτού κάνουν και τις έρευνες τους. Το ίδιο ισχύει και με τους θησαυρούς του Νικοτσάρα και του Βαλτσάν. Για τον μεν Νικοτσάρα έχουμε στοιχεία που μας οδηγούν στο άγιο όρος. Εκεί βρέθηκαν και μελετήθηκαν κάποια χειρόγραφα οδοιπορικά κείμενα που αναφέρονται στους θησαυρούς που είχε κρύψει. Κάποια κείμενα ήταν σωστά κάποια ήταν παραποιημένα. Τα πράγματα δυσκολεύουν ακόμη περισσότερο από το γεγονός ότι υπήρχε κάποιου είδους κωδικοποίηση στα κείμενα αυτά η οποία δεν ήταν εμφανής και σίγουρα δεν ήταν δυνατόν να εντοπιστεί από τα αντίγραφα αλλά μόνο από τα πρωτότυπα που οι καλόγεροι φρόντισαν να κρατήσουν καλά κρυμμένα. Αυτά που πίστευαν οι ερευνητές ως πρωτότυπα ήταν αντίγραφα γραμμένα με το χέρι μεταγενέστερα. Αυτά τα χαρτιά κυκλοφόρησαν στους κύκλους των θησαυροθήρων και κάποια πουλήθηκαν σε υψηλές τιμές. Οι θησαυροί ακόμη αναζητούνται.
Τα οδοιπορικά κείμενα και οι χάρτες που αποδίδονται στον Βαλτσάν φαίνεται πως ήρθαν στην χώρα μας μέσω Βουλγαρίας. Όπως και στην περίπτωση του Νικοτσάρα θα πρέπει και αυτά να είχαν κάποιου είδους κωδικοποίηση (αν δεν ήταν προϊόν απάτης). Αναφέρονταν σε τεράστιες ποσότητες χρημάτων, χρυσού και πολύτιμων λίθων και ήταν πολύ αναλυτικά. Δεν ήταν δυνατόν κάποιοι να έκαναν τόσο κόπο να κρύψουν κάτι, να σκότωσαν όσους συμμετείχαν για να μην μαρτυρήσουν, να έκαναν παγίδες για να μην τους τα πάρουν και παρ' όλα αυτά να κατέγραφαν σε ένα χαρτί οδηγίες βήμα προς βήμα για την άρση των θησαυρών. Φαίνεται πως χρησιμοποιούσαν κάποιου είδους κρυπτογραφικού λεξικού όπου κάποιες λέξεις σήμαιναν κάτι άλλο και ήταν αυτές που έδιναν τις απαραίτητες οδηγίες. Για να μην κινήσουν υποψίες έδιναν και ορισμένα στοιχεία περιοχών ακίνδυνα για αυτούς. Ορισμένα από αυτά τα οδοιπορικά πουλήθηκαν για αρκετά εκατομμύρια δραχμές από κάποιους επιτηδείους. Η αναζήτηση των θησαυρών του Βαλτσάν βασίζεται σε αυτά.
Επίσης ο λεγόμενος θησαυρός του Μαξ Μέρτεν (ήταν ο γερμανός αξιωματούχος που άρπαξε τις περιουσίες των εβραίων της Θεσσαλονίκης) έχει απασχολήσει πολύ την κοινή γνώμη και αναζητείται στον μεσσηνιακό κόλπο. Οι πληροφορίες προέρχονται από ένα άτομο που ισχυρίζεται ότι έχει στην κατοχή του την βαλίτσα του Μέρτεν με όλα τα στοιχεία για τον θησαυρό. Ο θησαυρός φαίνεται να είναι πολύ σημαντικός γιατί ανάμεσα στα πολύτιμα αντικείμενα που έχει λέγεται πως βρίσκονται το άγιο δισκοπότηρο και η ιερή λόγχη! Τα δικά μου στοιχεία λένε ότι ο θησαυρός βρίσκεται κρυμμένος σε τρία σημεία κάπου στην βόρεια Ελλάδα.
Τέλος αρκετοί είναι αυτοί που αναζητούν το πλοίο του Ιμπραήμ, που βυθίσθηκε το 1827 κάπου στο Ναβαρίνο και το οποίο μετέφερε τη μισθοδοσία του τουρκο-αιγυπτιακού στρατού.
9. [Μ. Π.:] Συχνά οι ιστορίες θησαυρών εμπλέκονται με το παράξενο. Καταραμένες μούμιες, στοιχειωμένα σπίτια και τόποι δύναμης... Υπάρχει κάποια βάση σε όλα αυτά ή απλά πρόκειται για «tricks» έτσι ώστε να κρατηθούν όσο το δυνατόν περισσότεροι μακριά;
[Γ. Μ.:] Παρόμοιες πρακτικές υπήρχαν από την αρχαιότητα ακόμη για να φοβίσουν τους επίδοξους θησαυροθήρες. Η λαογραφία μας είναι γεμάτη από ιστορίες με στοιχειωμένους θησαυρούς. Πολλοί είναι αυτοί που επηρεασμένοι από την ένταση της έρευνας και το σκοτάδι που ενδεχομένως υπήρχε γύρω τους πίστεψαν ότι είδαν ένα στοιχειό και το έβαλαν στα πόδια φοβισμένοι. Έπειτα, επηρεασμένοι ίσως και από τις ιστορίες που είχαν ακούσει κατά καιρούς, άρχισαν να διαδίδουν ότι ο θησαυρός που αναζητούσαν ήταν στοιχειωμένος. Οι πειρατές, οι Τούρκοι και άλλοι, συνήθιζαν να σκοτώνουν τους σκλάβους που είχαν μαζί κατά την διάρκεια της απόκρυψης ενός θησαυρού και να τους θάβουν μαζί με τον θησαυρό για να μην μαρτυρήσουν την θέση απόκρυψης. Επίσης όσοι από αυτούς πίστευαν στα στοιχειά και τα πνεύματα έκαναν και κάποιες τελετές για να φυλάει το πνεύμα του νεκρού τους θησαυρούς τους. Τα πίστευαν και τα έκαναν. Τώρα αν αυτά ισχύουν είναι άλλη ιστορία. Προφανώς η εύρεση κρανίων και κοκάλων κατά την διάρκεια μιας εκσκαφής να τρόμαζε αρκετά αυτούς που λάμβαναν μέρος και να έφευγαν τρέχοντας λέγοντας μετά ότι το μέρος είναι στοιχειωμένο. Πάντως οι αδίστακτοι και άφοβοι θησαυροκυνηγοί δεν ακούστηκε να έπαθαν ποτέ τους τίποτε από όλα αυτά.
10. [Μ. Π.:] Ποιο είναι το πιο παράξενο περιστατικό που έχετε βιώσει κατά τη διάρκεια των αναζητήσεών σας;
[Γ. Μ.:] Κάποτε συζητούσα με κάποιον ηλικιωμένο κύριο ο οποίος μου είπε μια πολύ ωραία ιστορία. Μια φορά, ήταν νεαρός ακόμη, περνούσε με το άλογο του μέσα από ένα δάσος. Εκεί υπήρχε μια πηγούλα και καθώς την πλησίαζε το αίμα του πάγωσε. Του φάνηκε πως είδε νεράιδες να παίζουν. Σκέφτηκε να το βάλει στα πόδια αλλά τελικά μάζεψε όσο θάρρος του είχε απομείνει και σκέφτηκε να περάσει από εκεί για να δει τι γίνεται και ας πεθάνει. Τελικά μόλις έφτασε στο σημείο διαπίστωσε πως οι αντανακλάσεις του νερού, οι σκιές των φύλων και τα παιχνίδια που έκανε το φως του δημιούργησαν αυτή την εντύπωση. Αν το έβαζε στα πόδια θα διέδιδε την φήμη ότι το μέρος ήταν στοιχειωμένο. Πολλές φορές λοιπόν, διάφορες αιτίες μπορούν να μας κάνουν να σχηματίσουμε λανθασμένες εντυπώσεις. Προσωπικά είχα ακολουθήσει μια παρέα, πριν πολλά χρόνια, στο βουνό και όπως καθόμασταν κοντά σε ένα εκκλησάκι (θα ήταν 12 με 1 το βράδυ) άκουσα ψαλμωδίες. Ήταν σα να κάνει ένας παπάς λειτουργία κανονική αλλά κοντά στο δεξί αυτί μου. Ήμουν ο μόνος που το άκουσε. Έτσι τους είπα: «δεν ξέρω που πάτε και αν θα συνεχίσετε την πορεία σας, εγώ φεύγω». Και τελικά φύγαμε όλοι μαζί. Ποτέ δεν κατάλαβα τι ήταν αυτό που άκουσα. Σαν άτομο είμαι άφοβο, αλλά αυτό ήταν πολύ αληθινό και με επηρέασε.
11. [Μ. Π.:] Τέλος θα θέλαμε την άποψή σας για τις ιστοσελίδες της κοινότητας του Μεταφυσικού (metafysiko.gr, explorers.gr, metafysiko.gr/fantasygate, metafysiko.org), καθώς επίσης και ένα μήνυμα που θα θέλατε να δώσετε στους πολυάριθμους επισκέπτες μας.
[Γ. Μ.:] Οι ιστοσελίδες που αναφέρετε είναι πολύ καλά δομημένες λειτουργικές και όμορφες. Η θεματολογία τους έχει να κάνει με το παράξενο, το ανεξήγητο, το μεταφυσικό. Όλα αυτά τα θέματα ενδιαφέρουν πολύ κόσμο και αυτό φαίνεται και από τους πολυάριθμους επισκέπτες σας. Είναι πολύ σημαντικά όλα αυτά που καταγράφετε και έχουν πολύ μεγάλο λαογραφικό και ερευνητικό ενδιαφέρον. Αυτό το κομμάτι το σχετικό με την λαογραφία είναι που με ενδιαφέρει ιδιαίτερα, και έτσι θα συμβούλευα να το βλέπουν και οι επισκέπτες σας. Θα τους έλεγα να μην παίρνουν τοις μετρητοίς τις διάφορες απόψεις που ακούγονται και να μην επηρεάζονται ψυχολογικά από αυτές. Για παράδειγμα, είναι κρίμα να υπάρχουν ακόμη άνθρωποι που πιστεύουν ότι τους έχουν κάνει μάγια και να επηρεάζεται η ζωή τους από αυτό. Η μαγεία υπάρχει αφού κάποιοι την εφαρμόζουν. Μελετήστε την ως κοινωνικό φαινόμενο, έχει ιστορικό και λαογραφικό ενδιαφέρον, μην πιστεύετε όμως ότι θα σας κάνει κακό. Μην σέρνετε μέσα σας δεισιδαιμονίες. Επίσης η κοινωνία της πληροφορίας στην οποία ζούμε έχει ευνουχίσει την έρευνα. Μην πιστεύετε ότι ακούτε. Αν κάτι σας κινήσει το ενδιαφέρον κάντε την δική σας έρευνα και μελετήστε μόνοι σας τις πηγές. Καιρός είναι οι παντογνώστες ξερόλες και οι ερευνητές του καναπέ να μπουν στην άκρη και να δείτε τα πράγματα στις πραγματικές τους διαστάσεις.
Σας ευχαριστώ.
0 comments
Post a Comment