Με αφορμή την κλοπή των αρχαιοτήτων από το μουσείο της Ολυμπίας.
Ευκαιρία για ενδοσκόπηση
Την τελευταία διετία η χώρα μας αποτελεί σε σχεδόν καθημερινή βάση το επίκεντρο της παγκόσμιας προσοχής λόγω της οικονομικής κρίσης και των «πειραμάτων» που υφίσταται η ελληνική κοινωνία μέσω της επιβολής ολοένα και πιο σκληρών δημοσιοοικονομικών μέτρων, τα οποία πλέον δεν επικυρώνονται από τους πολιτικούς μας. Ομως πριν μερικά 24ωρα, ακόμα μια, εξίσου ή και περισσότερο θλιβερή είδηση, έκανε το γύρο του κόσμου ξεφτιλίζοντας διεθνώς την Ελλάδα, τραυματίζοντας την εικόνα του μοναδικού ίσως εγχώριου πυλώνα που στέκει ακόμα όρθιος στις συνειδήσεις των ξένων: του πολιτισμού μας.
Στις 7 το πρωί της 17ης Φεβρουαρίου, δύο ένοπλοι ληστές εισήλθαν στο κτίριο του παλαιού αρχαιολογικού μουσείου της αρχαίας Ολυμπίας, ακινητοποίησαν την μοναδική φύλακα που υπήρχε στο χώρο και αφαίρεσαν δεκάδες αρχαία αντικείμενα, νομίσματα, αναθήματα και αγαλματίδια, ανυπολόγιστης μέχρι στιγμής αξίας. Στη συνέχεια αποχώρησαν ανενόχλητοι και μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές διαφεύγουν της σύλληψης, παρά το ανθρωποκυνηγητό που έχει εξαπολύσει η ελληνική αστυνομία και η Interpol.
H είδηση της κλοπής αρχαιολογικών αντικειμένων από το μουσείο της Ολυμπίας, ένας τόπος που αποτελεί παγκόσμιο σύμβολο του πολιτισμού και του ολυμπιακού πνεύματος, προκάλεσε σε όλους μας συναισθήματα θλίψης και θυμού, ανεξαρτήτως των συμφερόντων ή των προσώπων που κρύβονται πίσω από την κίνηση αυτή. Παράλληλα, κατέστησε τη χώρα μας ακόμα περισσότερο αναξιόπιστη στα μάτια των ξένων, μιας και πλέον η ηγεσία της παρουσιάζεται ανίκανη να προστατεύσει ακόμα και τον πολιτισμικό πλούτο της Ελλάδας. Μάλιστα η τραγική ειρωνεία είναι ότι μόλις λίγα 24ωρα πριν από το θλιβερό αυτό γεγονός, Βρετανοί πολίτες και δημοσιογράφοι είχαν προτείνει ακόμα και την μεταφορά (!) του ίδιου του Παρθενώνα στο Βρετανικό Μουσείο, μιας και, όπως υποστήριζαν, τα αρχαία μνημεία δεν είναι πλέον ασφαλή στην Ελλάδα…
Η αλήθεια είναι ότι από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους και εξής, η επίκληση του αρχαίου ιδεώδους, της φιλοσοφίας, των τεχνών, της γλώσσας και τόσων ακόμα στοιχείων του αρχαιοελληνικού πολιτισμού, έχουν αποτελέσει το «αποκούμπι» μας σε κάθε δύσκολη στιγμή που περνά η πατρίδα. Όλα τα προηγούμενα δηλαδή, εμφανίζονται διαχρονικά ως μια ένδοξη κληρονομιά που κουβαλά στις πλάτες του ο Ελληνας και που τον κάνει να ξεχωρίζει απέναντι στους υπόλοιπους λαούς του πλανήτη. Όμως μέσα σε ένα τέτοιο σκηνικό που έχει διαμορφωθεί γύρω μας, ίσως θα ήταν καλό να κοιταχτούμε κάποια στιγμή στον καθρέφτη και να αναρωτηθούμε: Ποια είναι η σχέση που ενώνει τους νεοέλληνες με τους αρχαίους προγόνους τους; Ποια τα κοινά στοιχεία που μας συνδέουν μαζί τους σε επίπεδο ιδιοσυγκρασίας, κουλτούρας, φιλοσοφικών και κοσμοθεωρητικών αντιλήψεων; Τι ακριβώς έχουμε κάνει για να τους προσεγγίσουμε ουσιαστικά; Και σε ποιες χρονικές στιγμές επιλέγουμε να τους θυμόμαστε; Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι ο ίδιος υπουργός Πολιτισμού (ο οποίος σωστά υπέβαλλε την παραίτησή του αμέσως μετά τα γεγονότα της Ολυμπίας), είναι ο ίδιος άνθρωπος που πέρσι έδωσε εντολή να θαφτεί ο Βωμός των 12 Θεών στο Μοναστηράκι, ενώ παλαιότερα είχε δηλώσει μπροστά στις κάμερες ότι «δεν έχουμε σχέση με τους αρχαίους Ελληνες». Δυστυχώς γινόμαστε αυτό που μας βάζουν στο κεφάλι, χρόνια τώρα.
Κλείνοντας, θα πρέπει να αναφέρουμε πως η εικόνα που έχουν οι περισσότεροι από εμάς για τους αρχαίους Ελληνες είναι εξιδανικευμένη. Η πραγματικότητα δεν ήταν τόσο ρόδινη, μιας και θα πρέπει επιτέλους να κατανοήσουμε ότι και αυτοί ήταν άνθρωποι (και όχι υπεράνθρωποι). Αξίζει όμως να εκμεταλλευτούμε τη δύσκολη αυτή για τη χώρα μας περίοδο, ώστε να αναζητήσουμε απαντήσεις στο μεγάλο ζήτημα που αφορά την εθνική μας ταυτότητα: Ελληνες ή Ρωμιοί νεοραγιάδες;
Σημείωση: Το κείμενο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στις 25 Φεβρουαρίου του 2012 και στη στήλη "Δούρειος Ίππος" που διατηρώ στο εβδομαδιαίο περιοδικό "Φαινόμενα" του "Ελεύθερου Τύπου".
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
0 comments
Post a Comment