Συνέντευξη με τον δημοφιλή πολιτικό για το "απαγορευμένο" ζήτημα των θρησκευτικών ελευθεριών στη χώρα μας.
Συνέντευξη με τον βουλευτή του ΠΑ.ΣΟ.Κ κ. Νίκο Σηφουνάκη με κεντρικό θέμα τις θρησκευτικές ελευθερίες στην Ελλάδα.
Μηνάς Παπαγεωργίου: Αγαπητέ κ. Σηφουνάκη, θα ξεκινήσω αυτή τη συνέντευξη με μια σχετικά αντισυμβατική ερώτηση. Πως ορίζετε τον όρο θρησκευτικότητα;
Νίκος Σηφουνάκης: Αυτό που κατ’ αρχήν είναι το βασικό είναι ο όρος Πίστη. Η δύναμη δηλαδή με την οποία «πλησιάζει» και «τιμά» ο άνθρωπος τον κατ’ αυτόν δημιουργό. Αυτό κατά την γνώμη μου είναι το σημαντικό και όχι η «εκοσμίκευση» της σχέσης του Ανθρώπου με το «Θείο».
Προφανώς ο όρος θρησκευτικότητα , έχει να κάνει με το κατά πόσο εκπληρεί τις προσωπικές θρησκευτικές υποχρεώσεις του ο όποιος θρησκευόμενος άνθρωπος. Για παράδειγμα πόσες φορές εκκλησιάζεται, πόσες φορές εξομολογείται κ.λ.π . Αυτό έχει σχέση με τη τελετουργία και την εφαρμογή κανόνων της όποιας πίστης.
Μ.Π: Θα μπορούσατε να μας περιγράψετε το ακριβές πλαίσιο που ορίζει το σύνταγμα του Ελληνικού κράτους σχετικά με το «θρησκεύεσθαι» των κατοίκων του;
Ν.Σ: Το βασικό πρόβλημα σε αυτή την περίπτωση δεν είναι η όποια πρόνοια του Συντάγματος. Το Σύνταγμα κατά κάποιο τρόπο προστατεύει την εκδήλωση των θρησκευτικών συναισθημάτων, χωρίς να προστατεύει απόλυτα τις θρησκευτικές ελευθερίες. Ωστόσο δουλειά του κράτους δεν είναι να «επιβλέπει» την εφαρμογή των θρησκευτικών ελευθεριών και μάλιστα των χριστιανικών κανόνων. Αυτό είναι της Ορθόδοξης Εκκλησίας δουλειά. Ευθύνη του κράτους είναι οι πολίτες να γνωρίζουν εξίσου τα κείμενα του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, με εκείνα του Χριστού.
Μ.Π: Θεωρείτε ότι η ανεξιθρησκεία εφαρμόζεται στην πράξη εντός των συνόρων μας; Αν όχι, θα μπορούσατε να μας αναπτύξετε τις σκέψεις σας, αναφέροντάς μας συγκεκριμένα παραδείγματα;
Ν.Σ: Σε γενικές γραμμές και στην πράξη υπάρχει η ανεξιθρησκεία .Υπάρχει πρόνοια για άλλα θρησκευτικά δόγματα, αλλά χωρίς κατοχύρωση της ισοπολιτείας. . Είναι αλήθεια ότι στο παρελθόν υπήρξαν μεγαλύτερα προβλήματα και διακρίσεις- με ευθύνη ακραίων πολιτικών και εκκλησιαστικών κύκλων- σε πολίτες άλλου θρησκεύματος (πλην του Ορθόδοξου).
Μένουν ακόμα να αλλάξουν μερικά αναχρονιστικά νομοθετήματα (κληρονομιά από περιόδους που δέσποζαν ακροδεξιές λογικές και παραεκκλησιαστικές δραστηριότητες) , όπως π.χ ο νόμος περί προσηλυτισμού κ.α . Πιστεύω όμως πως πλέον δεν παράγουν σοβαρές εμπλοκές , ωστόσο πρέπει να αλλάξουν.
Μ.Π: Είστε ένας πολιτικός που αποδεδειγμένα δεν υπολογίζει αυτό που κακώς έχει επικρατήσει να λέγεται «πολιτικό κόστος». Κοινώς, είστε ένας πολιτικός που λέει αυτά που σκέφτεται, απαγκιστρωμένος από στενές πολιτικές (ή και κομματικές) σκοπιμότητες.
Συνδέοντας τα προηγούμενα με το θέμα μας, πόσο δυνατοί είναι στις μέρες μας οι δεσμοί μεταξύ κράτους και εκκλησίας, μεταξύ πολιτικών και εκκλησιαστικών κύκλων; Εσείς έχετε δεχτεί ποτέ πιέσεις ή απειλές για τις θέσεις που αναπτύσσετε κατά καιρούς πάνω σε θρησκευτικά ζητήματα;
Ν.Σ: Είναι αλήθεια πως στην Ελλάδα με ευθύνη της Βαυαρικής Βασιλείας διαμορφώθηκε από την απελευθέρωση από τους Τούρκους και έπειτα , μια «στρεβλή σχέση» , ανάμεσα στην Εκκλησία και το Κράτος. Ένας «σφιχτός εναγκαλισμός» που δημιούργησε δυστυχώς «ένα τερατούργημα» πρωτοφανές , όχι μόνο για τα δεδομένα της Ευρώπης , αλλά και της Αμερικής . Ο αδελφοκτόνος Εμφύλιος, έκανε ακόμα πιο ισχυρή αυτή την σχέση , ενσωματώνοντας κατά τρόπο απόλυτο την Εκκλησία και την Θρησκεία στην κυρίαρχη κρατική ακροδεξιά ιδεολογία . Κάτι που η Χούντα των Συνταγματαρχών το κωδικοποίησε στο περιβόητο «Πατρίς – Θρησκεία – Οικογένεια».
Μια μεγάλη ευκαιρία για να αλλάξει αυτό το απαράδεκτο καθεστώς χάθηκε με την Μεταπολίτευση , γιατί η Συντηρητική Παράταξη επιθυμούσε – και την βόλευε- να διατηρηθεί το καθεστώς εξάρτησης της Εκκλησίας .
Το ΠΑΣΟΚ με τον Αντρέα Παπανδρέου , έκανε κάποια βήματα στην κατεύθυνση του διοικητικού διαχωρισμού Εκκλησίας και Κράτους (αυτόματο διαζύγιο , νομιμοποίηση της ανύπαντρης μητέρας , πολιτικός γάμος κ.α.) . Όμως έμειναν πίσω αρκετές αλλαγές , γιατί και τότε όπως και την περίοδο 1999 μέχρι και το 2003 , «ξεσηκώθηκαν» οι κάθε λογής συντηρητικοί με τον μανδύα του θρησκευόμενου και παρέα με παραεκκλησιαστικές ομάδες «πυροδοτούσαν» κοινωνικό εμφύλιο ανάμεσα σε «πιστούς και άπιστους». Ήμουν από αυτούς που υπερασπίστηκα την απεμπλοκή των λειτουργιών Εκκλησίας – Κράτους , παίρνοντας και πρωτοβουλίες μέσα στη Βουλή (με κατάθεση πρότασης κατά την αναθεώρηση του Συντάγματος για αντικατάσταση του θρησκευτικού όρκου , κατά την εγκατάσταση των Πολιτικών και Πολιτειακών Αρχών κ.α.) και γι΄ αυτό τον λόγο δέχτηκα το μένος και τις επιθέσεις των υπερσυντηρητικών. Αισθάνομαι τυχερός που επί εποχής του μακαριστού Χριστόδουλου και με εντολή του μου απαγορεύθηκε να εισέρχομαι στους Ναούς ως ανεπιθύμητος Γραικύλος, για φαντασθείτε να είχα λιθοβοληθεί όπως τον Ελ. Βενιζέλο; Υπήρξα πιο τυχερός.
Μ.Π: Υπάρχουν και άλλες φωνές μέσα στο ελληνικό κοινοβούλιο που ζητούν το διαχωρισμό εκκλησίας-κράτους; Αλήθεια που βρίσκεται το όλο ζήτημα σε πολιτικό επίπεδο;
Ν.Σ: Σαφώς και υπάρχουν πάρα πολλές φωνές και από το ΠΑΣΟΚ και από την Αριστερά ακόμα και από ένα κομμάτι της Ν.Δ , που επιθυμούν επιτέλους εξορθολογισμό των σχέσεων Εκκλησίας – Κράτους και τον τερματισμό του απόλυτου κρατικού ελέγχου στα θέματα της θρησκείας και της Εκκλησίας. Σε αυτό συνεισέφερε τα μέγιστα ο ακραίος λόγος του μακαριστού Χριστόδουλου. Για αυτό το κατόρθωμα του οφείλουν οι δημοκράτες Έλληνες ευχαριστίες.
Μετά και την εκλογή του Ιερώνυμου στον Αρχιεπισκοπικό θρόνο και την σταδιακή επικράτηση στην Ιεραρχία της μετριοπάθειας και της λογικής , το θέμα πλέον είναι καθαρά στο τι πρωτοβουλίες θα πάρει η Πολιτεία.
Δυστυχώς η Συντηρητική Παράταξη και ο Αρχηγός της που πρωτοστάτησαν σε εκείνες τις περιβόητες λαοσυνάξεις και στη συλλογή υπογραφών για δημοψήφισμα σε ότι αφορά την μη αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες (κάτι βέβαια που δεν τόλμησαν να κάνουν) , δεν έχουν ούτε την διάθεση ούτε το κουράγιο να δρομολογήσουν ένα γενναίο διάλογο και μια σοβαρή μεταρρύθμιση .
Μ.Π: Δεν είναι λίγες οι φορές που έχετε ασκήσει έντονη κριτική στο έργο και τον λόγο του πρώην αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου, προκαλώντας ποικίλες αντιδράσεις. Αλήθεια ποιος ήταν κατά τη γνώμη σας ο ρόλος του ανθρώπου αυτού στην κοινωνική αλλά και πολιτική ζωή του τόπου;
Ν.Σ: Όσο ήταν εν ζωή και παντοδύναμος ο μακαριστός Χριστόδουλος , άσκησα την κριτική μου . Οι θέσεις μου είναι γνωστές , είναι κατατεθειμένες στη Βουλή , έχω γράψει βιβλία και σας ανέφερα ορισμένες θέσεις μου τώρα. Δεν θέλω συνεπώς να αναπαράγω πράγματα και κρίσεις για κάποιον που δεν βρίσκεται στη ζωή. Ένα είναι βέβαιο ότι στην Ιστορία θα καταγραφεί ως μια μελανή σελίδα.
Μ.Π: Με αφορμή τις πρόσφατες Ευρωεκλογές άνοιξε και πάλι στη χώρα μας ο φάκελος της λειτουργίας μουσουλμανικού τζαμιού στην Αθήνα. Ποια η θέση σας πάνω σε αυτό το ζήτημα;
Ν.Σ: Η απάντηση για το τέμενος στην Αθήνα είναι πολύ παλιά και αναζωπυρώθηκε σοβαρά την περίοδο των Ολυμπιακών Αγώνων . Υπάρχουν πολλοί μουσουλμάνοι (όχι απαραίτητα τουρκικής καταγωγής) που ζουν στη χώρα μας . Με την προϋπόθεση του πλήρους σεβασμού εκ μέρους τους της έννομης τάξης και των Νόμων στην Ελλάδα , πρέπει να προχωρήσει μέσα από διάλογο η χωροθέτηση της λειτουργίας ενός λατρευτικού χώρου για τους Μουσουλμάνους. Δεν είναι δυνατόν να θέλει κανείς να προσευχηθεί και να μην έχει ένα χώρο ή αν θέλει να ενταφιάσει έναν δικό του άνθρωπο να αναγκάζεται να πηγαίνει στην Θράκη ή στο εξωτερικό .
Μ.Π: Υπάρχουν και οι ακραίες φωνές που κάνουν λόγο για ταυτόχρονη επαναλειτουργία της Αγ. Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη (ως όρος απέναντι στη λειτουργία του τζαμιού εδώ). Πως σχολιάζετε το παραπάνω;
Ν.Σ: Πάντα υπήρχαν ακραίες φωνές . Όμως οφείλουμε να πορευτούμε με ψυχραιμία για αυτά τα τόσο σοβαρά θέματα . Η Ελλάδα σέβεται την διαφορετικότητα στην θρησκεία ή την καταγωγή , σέβεται το Δίκαιο και τις Ευρωπαϊκές απαιτήσεις. Μπορεί μήπως να ισχυριστεί το ίδιο η Τουρκία ;
Μ.Π: Θα γνωρίζετε φαντάζομαι πως στην χώρα μας υπάρχει και ένα ρεύμα Ελλήνων πολιτών που ακολουθούν την προχριστιανική παράδοση των προγόνων μας. Οι άνθρωποι αυτοί παλεύουν εδώ και χρόνια να αναγνωριστούν ως θρησκεία, ενώ έχουν θέσει και το ζήτημα τέλεσης ιεροπραξιών σε αρχαίους ναούς (αρχαιολογικούς χώρους σήμερα). Θα μπορούσα να έχω την θέση σας πάνω σε αυτό το ζήτημα;
Ν.Σ: Για να είμαι ειλικρινής δεν έχω ασχοληθεί συστηματικά με ατό το ζήτημα και επιφυλάσσομαι , μόλις το ερευνήσω να σας δώσω μια απάντηση.
Μ.Π: Για το τέλος θα ήθελα μια σύντομη τοποθέτησή σας στα παρακάτω ζητήματα που απασχολούν την ελληνική κοινωνία: 1) Καύση των νεκρών και 2)Μάθημα θρησκευτικών στα σχολεία .
Ν.Σ: Εδώ και πολλά χρόνια έχω τοποθετηθεί πρωτίστως για το θέμα της καύσης των νεκρών . Το υποστήριξα όταν ακόμα , υπέρ αυτού είμαστε «μια χούφτα άνθρωποι» . Τώρα πλέον είναι νόμος του Κράτους . Ο πολυπολιτισμικός χαρακτήρας πια και της ελληνικής κοινωνίας είναι που επιβάλλει αλλαγές στην εκπαίδευση, όπως και με το μάθημα των Θρησκευτικών. Εκτιμώ πως αν προχωρήσει θεσμικά ο διαχωρισμός Εκκλησίας – Κράτους, όλα αυτά τα ζητήματα θα εξομαλυνθούν.
ΝΙΚΟΣ ΣΗΦΟΥΝΑΚΗΣ
Βουλευτής Ν. Λέσβου - ΠΑΣΟΚ
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Ο Αρχιτέκτονας Νίκος Σηφουνάκης γεννήθηκε στο Ρέθυμνο το 1949, τελείωσε το Γυμνάσιο και το Λύκειο στην Αθήνα, σπούδασε Αρχιτεκτονική στη Γένοβα της Ιταλίας και μετεκπαιδεύτηκε στον τομέα της αναστήλωσης μνημείων.
Διετέλεσε επιμελητής στην έδρα Αρχιτεκτονικής Περιβάλλοντος (Architettura Ambientale) στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Πανεπιστημίου του Παλέρμο.
Εκπόνησε αρχιτεκτονικές μελέτες συντήρησης και αναστήλωσης μνημείων σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, όπως: Αθήνα, Πύλο, Ρέθυμνο, Σύρο, Τήνο, Μάνη, Λέσβο, Λήμνο κ.α.
Διετέλεσε «Μέλος της Διευθυντικής Επιτροπής για την Αρχιτεκτονική κληρονομιά» (Membre de comite directeur pour le patrimoine Architectural) στο Συμβούλιο της Ευρώπης.
Το 1987 βραβεύτηκε από την Εuropa Nostra για την συνεισφορά του στη διάσωση της Αρχιτεκτονικής κληρονομιάς στο Νομό Λέσβου.
Το 2003 ο Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας του απένειμε το μετάλλιο των Γραμμάτων και των Τεχνών για την συνεισφορά του στον Πολιτισμό.
Νομάρχης Λέσβου 1982-1986 και Γενικός Διευθυντής της ΕΡΤ την διετία 1986-1988.
Εκλέχτηκε έξη φορές βουλευτής Ν. Λέσβου από τον Ιούνιο του 1989 μέχρι και τον Μάρτιο του 2004.
Στις εκλογές του Μαρτίου του 2004 αν και αναδείχθηκε πάλι πρώτος στην προτίμηση του λαού του Ν. Λέσβου, δεν ανακηρύχθηκε βουλευτής εξαιτίας του εκλογικού νόμου (σύστημα εξομάλυνσης).
Μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου 2004-2007 εκλέχτηκε Πρόεδρος της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας, διαδεχόμενος στην προεδρία τον Μισέλ Ροκάρ
και την 1η Φεβρουαρίου 2007 εξελέγη για δεύτερη φορά ομόφωνα Πρόεδρος της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας από όλες τις πολιτικές ομάδες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Εκλέχτηκε και πάλι βουλευτής του Νομού Λέσβου του ΠΑΣΟΚ στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές του Σεπτεμβρίου 2007.
Είναι παντρεμένος και την Μαρία Δασκαλαντωνάκη και έχουν μια κόρη.
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
0 comments
Post a Comment